Έτσι όπως πετάγαν τα ρούχα τους γρήγορα και σκίστηκαν λίγο οι ραφές, χαλάρωσαν λίγο τα κουμπιά σκέφτηκε πως οι αισθήσεις είναι μαγικό πράμα. Την τράβηξε απ’ τα μαλλιά και την έσπρωξε πάνω στον τοίχο χώνοντας τα δάχτυλά του όλο και πιο βαθιά στην χαίτη της. Βούτηξε την γλώσσα του στο λαρύγγι της και την κάρφωσε με δύναμη.
Της είπε
[σ’ αρέσουν τα χρώματα καργιολάκι;]
|Ή τουλάχιστον αυτό άκουσε εκείνη|