καρφίτσα #20

θέλω μουσική να βαράει στ’ αφτιά δυνατά να μου γαργαλάει τον ακουστικό πόρο μέχρι να νιώσω τις δονήσεις στο τύμπανο –πιο πολύ θέλω τον κοχλία να νιώσω να χτυπιέται αλλά αυτό δεν παίζει|ας είμεθα λίγο βιολόγοι- θέλω φώτα χρωματιστά μέσα στα σκοτάδια να σκάνε στα πρόσωπά μας ακατάστατα να φωτίζουν λίγο την μύτη σου και λίγο το στόμα μου και το πράσινο να ‘ναι το μάτι σου και το μωβ το πηγούνι μου και το κόκκινο ο κρόταφός σου –σαν να σε|με βλέπω σε εξκουίζιτ κόρπς χρωμάτων- θέλω μπίτια να χτυπάνε το στομάχι μου και να πετάγομαι ολόκληρη να κινούνται οι μύες μου σπασμωδικά στον ρυθμό που παίζει και ο κώλος μου να βαράει τον κώλο του πισινού μου να πατάω δάχτυλα ποδιών από τύπισσες με ανοιχτά παπούτσια –δεν σου κόβει φίλε μου; εδώ τ’ ανοιχτά παπούτσια είναι κατάρα- θέλω να στάζω ιδρώτες και τα ρούχα μου να κολλάνε πάνω μου μέσα στην πιο υγιή βρώμα που παίζει τα ρούχα μου να κολλάνε πάνω σου τα ρούχα σου να κολλάνε πάνω μου να κολλάς στα ρούχα σου να κολλάμε ο ένας πάνω στον άλλον –σαν την μύξα κάτω από το θρανίο/θυμάσαι;- θέλω τα στόματά μας διάπλατα ανοιχτά λες κι είμαστε καρχαρίες και με λίγη χρονοκαθυστέρηση να ακούσουμε τα γέλια να φεύγουν από το εσωτερικό προς τα έξω να συγχρονίζονται να αποσυγχρονίζονται να χάνονται να λιώνουν το ένα μέσα στο άλλο κι όλο αυτό το αισθητικό χάος να εξαπλώνεται από ένα σημείο εκεί αριστερά ψηλά στο επίπεδο της πατούσας προς όλες τις κατευθύνσεις μέσα στον χώρο προς όλες εκείνες τις διαστάσεις που δεν αντιλαμβανόμαστε. να πιάσει πάτο στο κέντρο της γης -με τις πάντες- και να ανατιναχθεί πίσω να αιωρηθεί μέχρι το ταβάνι και να ξαναπέσει στο πάτωμα σε μια ταλάντωση χωρίς προβλεψιμότητα μέχρι τελικά όλοι να καταφέρουμε να γυρίσουμε τα κεφάλια ψηλά με το στόμα πεσμένο σαν από δέος κοιτώντας σα χάνοι τον αντικατοπτρισμό της στιγμιαίας γαματοσύνης μας

ipp_0213

ipp_0214 ipp_0222

ipp_0262

ipp_0261

ipp_0270

ipp_0212

ipp_0211 ipp_0217