Σαπουνόφουσκες

Image

Είναι και η διαστολή του χρόνου. Ο καθένας να ζει στην δική του χωροχρονική πραγματικότητα, μέσα στην προσωπική του σαπουνόφουσκα και απλώς καμιά φορά, πότε για πολύ ή πότε για λίγο, να τέμνεται με την σαπουνόφουσκα του δίπλα. Για ορισμένο χώρο και για ορισμένο χρόνο, βεβαίως. Τα πρόσωπα να αλλάζουνε, να κάνουν κύκλους ο ένας γύρω από τους άλλους σε διαφορετικές φάσεις, σε διαφορετικές γωνίες, με άλλη φόρα, αέναα και μοναδικά. Άλλες σαπουνόφουσκες πάνε μαζί, άλλες μόνες, χάνονται και μετά ξαναβρίσκονται, σκάνε στον αέρα και δεν τις ξαναβλέπει κανείς, διαιρούνται σε περισσότερες, συμπτύσσονται, ξαναχάνονται και βρίσκονται. Και καμιά φορά βρίσκονται χωρίς να βρίσκονται. Ξέρεις, είναι κάτι άνθρωποι που δεν έχουν βρεθεί ουσιαστικά ποτέ, κι όμως έχουν βρεθεί στο εντός τους. Γιατί καμιά φορά οι χωροχρόνοι χωρίζονται και γίνονται χώρος και χρόνος. Και ο πρώτος μικραίνει τόσο που τα μίλια γίνονται καμιά δεκαριά μέτρα. Ο χρόνος πάλι μεγαλώνει και παγώνει τόσο όσο να καταφέρει να μικρύνει τον χώρο. Και τότε οι άνθρωποι συναντιούνται για λίγο. Ή πολύ. Αναλόγως την οπτική, τον παρατηρητή, τον χώρο, τον χρόνο, την φούσκα του καθενός. Γιατί οι φούσκες, εκτός από κύκλους γύρω από τις άλλες φούσκες, κάνουν και γύρους γύρω από τον εαυτό τους. Είναι, ξέρεις, η αρχή του κόσμου που ζούμε, όλα τα σώματα να κάνουν κύκλους γύρω από τον εαυτό τους. Πάρε για παράδειγμα τους πλανήτες, ή τα άτομα, ή τα κύματα. Έτσι, αν ο χώρος ανάμεσα στον έναν και τον άλλο συσταλεί σε επαρκή βαθμό ούτως ώστε να συμπίψουν οι φούσκες τους, τότε θα συναντηθούν. Και αν ο κύκλος που διαγράφουν γύρω από τον εαυτό τους καταλήξει να τους φέρει πρόσωπο με πρόσωπο, ή έστω πρόσωπο με αφτί, τότε και οι δύο θα είναι γνώστες της ύπαρξης του άλλου ανθρώπου. Και ο χρόνος; Ο χρόνος είναι σχετικός. Τον κάνουμε ό, τι θέλουμε και αυτός μας το ανταποδίδει ισάξια κάνοντάς μας ό, τι αυτός θέλει. Οι σκλάβοι του χρόνου είμαστε. Αυτού που δημιουργούμε, αυτού που αντιλαμβανόμαστε, αυτού που φανταζόμαστε και αλλοιώνουμε με το μυαλό μας. Το μυαλό αυτό που δεν έχει κέντρο αντίληψης χρόνου, παρά μόνο του ‘λαχε να ‘χει μάτια και να μπορεί ν’ αντιλαμβάνεται το φως και τις αντιθέσεις. Και όσων είναι τυχεροί ή πεισματάρηδες, το χρώμα. Και οι φούσκες γυρνάνε αέναα μέχρι να σκάσουν σαν μικρό πυροτέχνημα, προσπαθώντας άλλες φορές να πάνε κόντρα στην φυσική δύναμη που τις κάνει να περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους , να διαστέλλουν ή να συστέλλουν τον χωροχρόνο τους, κι άλλες ν’ αφήνονται έρμαια των φυσικών δυνάμεων. Ξέρεις για τι μιλάω. Για εκείνες τις στιγμές του πάτου της ευτυχίας, ή και τ’ ανάποδο. Τότε που δεν μπορείς, δεν θες (υπάρχουν φορές που δεν απέχουν και πολύ αυτά τα δύο, εξάλλου). Δεν νιώθεις ελεύθερος τότε; Δεν νιώθεις ένα με όλη την ύλη; Όχι μοναδικός. Μοναδικός δεν νιώθεις ποτέ από μόνος σου. Πάντα κάποιος άλλος σε κάνει να νιώθεις μοναδικός. Κι ίσως τελικά αυτός είναι ο λόγος που ψάχνουμε τους ανθρώπους γύρω μας, αντιστεκόμενοι σε δυνάμεις που δεν μπορούμε να ελέγξουμε σε μεγάλο βαθμό. Ψάχνουμε απεγνωσμένα να βρούμε κάποιον που να μας κάνει να νιώθουμε μοναδικοί. Και αν είμαστε τυχεροί ή μαχητές τον βρίσκουμε ή τους βρίσκουμε. Και μετά τους χάνουμε και γυρνάμε γύρω από τον εαυτό μας, γύρω από τους άλλους, και τους ξαναβρίσκουμε μερικούς και συγκρουόμαστε και όλα πάνε τα ίδια και διαφορετικά. Δεν έχει σημασία ο χρόνος τελικά. Τι μπορεί να μας κάνει μια έννοια που δεν θα μας το κάνει η πραγματικότητα; Ο χρόνος δεν θα τελειώσει ποτέ ή μπορεί καν να μην υπάρχει. Οι άνθρωποι όμως υπήρξαν και υπάρχουν στο κεφάλι μας μέσα και ξεπηδάνε εκεί που δεν τους περιμένεις, σαν αρουραίοι στους υπονόμους της παλιάς πόλης. Μην με παρεξηγείς. Τους αρουραίους τους αγαπώ όσο λίγα ζώα. Όπως και τους ανθρώπους. Λίγο πιο πολύ αυτούς που με ξαφνιάζουν ευχάριστα όταν φτάνουν στην σκέψη μου απρόσμενα. Και μετά φεύγουν πάλι ξαφνικά αφήνοντας πίσω τους μια ηρεμία που σε κάνει να παρατηρείς τον θόρυβο των ηλεκτρικών συσκευών και της πρίζας που είναι δίπλα στον καναπέ. Κι αυτός ο ήχος είναι μοναδικός. Κάνει το μυαλό να υποχωρεί και τις αντιστάσεις να πέφτουν. Γειώνει. Φέρνει την βασική θέση, την χαμηλότερη ενεργειακή στοιβάδα, την ισορροπία. Εναρμόνιση με την ύλη. Αλλά  για πόσο; Μέχρι ν’ αρχίσει εκ νέου η αντιπαράθεση δυνάμεων και να φυσήξει ο αέρας να πάρει την φούσκα, να την κάνει να γυρίσει γύρω από τον εαυτό της, μαζί μ’ άλλες φούσκες. Μέχρι την επόμενη χρονική στιγμή της κίνησης που θα ξεχάσουμε ότι είμαστε σκλάβοι του χρόνου για να ξαναθυμηθούμε πόσο λατρεύουμε να τον μισούμε εντέλει.

Σχολιάστε